Μία από τις πλέον δυνατές και εμβληματικές πένες της νεοελληνικής λογοτεχνίας, η συγγραφέας που μύησε στην τέχνη του λόγου γενιές αναγνωστών κάθε ηλικίας, η σπουδαία Άλκη Ζέη, έφυγε σε ηλικία 97 ετών.
Η Άλκη Ζέη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1923. Έζησε τα παιδικά χρόνια της στη Σάμο, τόπο καταγωγής της μητέρας της, μαζί με τη μεγαλύτερή της αδελφή, ενώ η μητέρα της ανάρρωνε από φυματίωση σε σανατόριο στην Πάρνηθα.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα οικογενειακώς το 1937, φοίτησε αρχικά στην ιδιωτική Ιόνιο Σχολή, όπου γνώρισε τη φίλη της και μετέπειτα συγγραφέα Ζωρζ Σαρή.
Εκείνη την περίοδο ο θείος της, Πλάτων Σωτηρίου (αδελφός της μητέρας της), παντρεύτηκε τη γνωστή συγγραφέα Διδώ Σωτηρίου, η οποία βοήθησε την Άλκη Ζέη να ασχοληθεί με τη συγγραφή.
Ενώ ήταν μαθήτρια στη Σχολή Αηδονοπούλου συμμετείχε στον όμιλο κουκλοθεάτρου της σχολής της που διεύθυνε η καθηγήτρια τέχνης Ελένη Περράκη-Θεοχάρη. Τότε ξεκίνησε να γράφει έργα για κουκλοθέατρο και ένας από τους χαρακτήρες που δημιούργησε, ο Κλούβιος, έγινε μετέπειτα ένας από τους κυριότερους ήρωες του κουκλοθεάτρου Αθηνών «Μπάρμπα Μυτούσης» που ίδρυσε η Περράκη-Θεοχάρη.
Κατά την περίοδο της κατοχής εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ. Παράλληλα σπούδασε φιλοσοφία του θεάτρου στην Φιλοσοφική του πανεπιστημίου των Αθηνών και υποκριτική στη δραματική σχολή του Εθνικού Ωδείου Αθηνών. Ενώ φοιτούσε στη δραματική σχολή το 1943 γνώρισε τον μελλοντικό της σύζυγο, το θεατρικό συγγραφέα Γιώργο Σεβαστίκογλου (1913-1990), με τον οποίο παντρεύτηκε το 1945. Το 1948, ύστερα από την ήττα του ΔΣΕ στον εμφύλιο, ο σύζυγός της διέφυγε στην Τασκένδη.
Η Ζέη προσπάθησε να τον ακολουθήσει αλλά την συνέλαβαν και την εξόρισαν στη Χίο. Ύστερα από προσπάθειες έξι ετών, και αφού έμεινε για καιρό στην Ιταλία, το 1954 επανασυνδέθηκε με τον σύζυγο της στην Τασκένδη. Απέκτησαν δυο παιδιά, την Ειρήνη (1956) και τον Πέτρο (1959). Το 1957 μετακόμισαν στη Μόσχα, όπου σπούδασε και στο τμήμα σεναριογραφίας του Ινστιτούτου Κινηματογράφου της Μόσχας. Το 1964 επέστρεψε στην Ελλάδα για να ξαναφύγει πάλι το 1967, με την επιβολή της Χούντας, αυτή τη φορά για το Παρίσι και να επιστρέψει οριστικά με την μεταπολίτευση.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στην ΕΣΣΔ συνέχισε το γράψιμο και μια σειρά παιδικών διηγημάτων της δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό για τους νέους Νεανική Φωνή, που είχε ως συντακτική επιτροπή τον Μάριο Πλωρίτη, τον Τάσο Λιγνάδη και τον Κωστή Σκαλιώρα. Το πρώτο της μυθιστόρημα, το αυτοβιογραφικό «Το καπλάνι της βιτρίνας», γράφτηκε το 1963 ενώ ήταν στη Μόσχα. Αποτελεί έργο – σταθμό στην ελληνική παιδική λογοτεχνία, όντας το πρώτο ίσως παιδικό βιβλίο με πολιτικές αναφορές, πιο συγκεκριμένα στη δικτατορία του Μεταξά.
Το 1971 και ενώ ήταν εξόριστη στο Παρίσι, έγραψε τον «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου», αυτή τη φορά με θέμα την Κατοχή και την απελευθέρωση. Το σημαντικό στα ιστορικά της μυθιστορήματα είναι ότι δεν αποτελούν μια απλή καταγραφή ιστορικών γεγονότων αλλά είναι ζυμωμένα με τα αυτοβιογραφικά βιώματα των ηρώων της.
Μαζί με τη Ζωρζ Σαρή, καθιέρωσε ένα νέο στυλ στο νεανικό μυθιστόρημα, τόσο από την άποψη του ζωντανού, αυτοβιογραφικού ύφους όσο και της εισαγωγής του πολιτικού, κοινωνικού και ιστορικού στοιχείου στο είδος. Το εφηβικό μυθιστόρημα «Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες της» κέρδισε το 2003 το βραβείο εφηβικού μυθιστορήματος του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (ελληνικό τμήμα της IBBY), ενώ το 2004 η Ζέη ήταν υποψήφια για το βραβείο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και το βραβείο Άστριντ Λίντγκρεν λογοτεχνίας. Το Βραβείο Mildred L. Batchelder της απονεμήθηκε για τις εκδόσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες των έργων της Το καπλάνι της βιτρίνας, Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου και Κοντά στις ράγες. Συνολικά τα έργα της Ζέη έχουν μεταφραστεί σε 20 γλώσσες.
Το 2010 τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου της και το 2014 αναγορεύτηκε σε επίτιμη διδάκτορα του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, για να τιμηθεί με τον τρόπο αυτό η προσφορά και το έργο της στην παιδική λογοτεχνία.
Το 2015 αναγορεύτηκε επίτιμη διδάκτωρ Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Πατρών.