Ξεκινάει επισήμως το μποϊκοτάζ του Ινστιτούτου Καταναλωτή στα γαλακτοκομικά, ζητώντας από τους πολίτες-καταναλωτές να μην αγοράζουν για μία εβδομάδα γάλα, γιαούρτι και τυρί ως ένα «έσχατο μέτρο να αντιμετωπίσουμε την ακρίβεια και την κερδοσκοπία». Ανεπίσημα η ίδια η ακρίβεια έχει επιβάλει εδώ και τουλάχιστον έναν χρόνο το δικό της μποϊκοτάζ στα εισοδήματα, αναγκάζοντας τα νοικοκυριά να μειώνουν τις αγορές τους ακόμα και για τα απαραίτητα ή να στρέφονται μαζικά στα φτηνότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Αυτό αποτυπώνεται ανάγλυφα στις πωλήσεις των γαλακτοκομικών, οι οποίες βαίνουν μειούμενες σε όγκο όσο οι τιμές τους απογειώνονται.
Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας IRI από τα σουπερμάρκετ της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Κρήτης, μέσα στο 2022 οι πωλήσεις τυριού μειώθηκαν ώς και -10%, ανάλογα με το είδος, οι πωλήσεις γιαουρτιού μειώθηκαν ώς -6,8%, ενώ το λευκό γάλα υποχώρησε κατά -4,6%. Αν αναλογιστούμε ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα ακρίβυναν σε σύγκριση με το 2021 πάνω από 25,6% σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ενώ σε είδη όπως η φέτα οι αυξήσεις ξεπερνάνε το 40%, οι ανατιμήσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο στη συρρίκνωση του όγκου των πωλήσεων.
Αντίθετα, ενώ μειώνονται συνολικά οι πωλήσεις των γαλακτοκομικών, ανεβαίνει εντυπωσιακά το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, με τις συσκευασίες των σουπερμάρκετ να ελέγχουν πλέον το 25% της αγοράς του φρέσκου γάλακτος και το 30% της αγοράς του γιαουρτιού. Παρά την πτώση των πωλήσεων σε όγκο, ο τζίρος στις περισσότερες κατηγορίες των γαλακτοκομικών αυξάνεται εξαιτίας των πληθωριστικών ανατιμήσεων, με αύξηση της αξίας αγορών πάνω από 10,6% στο τυρί και περίπου 4% στο γιαούρτι.
Κτηνοτρόφοι σε απόγνωση
Το επιχείρημα των επιχειρήσεων και του υπουργείου Ανάπτυξης είναι ότι για την άνοδο των τιμών στα γαλακτοκομικά ευθύνεται η αύξηση στις τιμές παραγωγού, ενώ μέχρι τα μέσα της χρονιάς υπήρξε πρόβλημα και στην εισκόμιση γάλακτος λόγω της χαμηλής παραγωγής. Βασική αιτία είναι η μείωση του ζωικού κεφαλαίου, δηλαδή το γεγονός ότι πολλοί Ελληνες κτηνοτρόφοι αναγκάστηκαν να σφάξουν και να πουλήσουν παραγωγικά ζώα για το κρέας τους επειδή δεν μπορούσαν να καλύψουν το κόστος των ζωοτροφών που ακρίβυναν ώς και 100% μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπως υποστηρίζει ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας.
Οι κτηνοτρόφοι από την πλευρά τους κάνουν λόγο για κερδοσκοπία των μεσαζόντων, επιμένοντας ότι «υπάρχει χαώδης διαφορά από την τιμή παραγωγού στην τιμή στο ράφι», και ότι μολονότι τουλάχιστον δύο μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες μείωσαν από τον Δεκέμβριο την τιμή παραγωγού από 6 ώς 8 λεπτά το λίτρο, αντίθετα οι τιμές το ίδιο διάστημα στη λιανική αυξήθηκαν ώς και 35 λεπτά. «Το αγελαδινό γάλα το αγοράζουν πλέον οι γαλακτοβιομηχανίες από τον κτηνοτρόφο περίπου 50 λεπτά το λίτρο από 56 πριν δύο μήνες.
Στο σουπερμάρκετ φτάνει από 1,80 ώς και πάνω από 2 ευρώ» λέει στην «Εφ.Συν.» ο πρόεδρος της Ενωσης Εργαζόμενων Καταναλωτών Ελλάδος, Απόστολος Ραυτόπουλος, καταγράφοντας αποκλίσεις τιμών μεταξύ παραγωγού και λιανικής που ξεπερνάνε το 200%. «Η φέτα χρειάζεται περίπου 4 κιλά αιγοπρόβειο γάλα ανά κιλό τυρί, που στοιχίζει περίπου 6,20 ευρώ. Με τον ΦΠΑ και τα μεταφορικά ο αγρότης το πουλάει 8,20 στη χονδρική, βγάζοντας περίπου 70 λεπτά κέρδος, και το σουπερμάρκετ φτάνει να την πουλάει ώς και 13-14 ευρώ το κιλό» προσθέτει ο ίδιος, διαφορά τιμής ώς και πάνω από 70%.
«Εμείς επιμένουμε ότι υπάρχει αισχροκέρδεια και ακρίβεια, την οποία η κυβέρνηση δεν μπορεί να δαμάσει. Εχουμε προτείνει τη μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, που δεν αφορά μόνο τα καύσιμα αλλά όλα τα προϊόντα. Η κυβέρνηση αρνείται να το εφαρμόσει, υποστηρίζοντας ότι ο καταναλωτής δεν θα δει όφελος, αλλά θα το απορροφήσουν όλο οι βιομηχανίες και τα σουπερμάρκετ, ομολογώντας την αποτυχία της να ελέγξει την κερδοσκοπία» καταλήγει ο πρόεδρος της ΕΕΚΕ.