Το έθιμο της Καμήλας θα αναβιώσει και φέτος την Καθαρά Δευτέρα στις Φέρες. Το έθιμο υπάρχει σε διάφορες παραλλαγές και σ’ άλλες περιοχές της Ελλάδας , στην Οινόη Ορεστιάδας, στην Κρήτη, στη Δράμα , στη Χαλκιδική, στη Νεοχωρούδα Θεσσαλονίκης και αλλού .
Εκτός από την περιοχή της Οινόης Ορεστιάδας που συνδέεται με την γιορτή των Χριστουγέννων στις άλλες περιοχές έχει διαφορετικό χαρακτήρα και κυρίως συνδέεται με την διονυσιακή παράδοση και έχει σκωπτικό περιεχόμενο και γι’αυτό τελείται και την Καθαρά Δευτέρα κοντά στις απόκριες.
Τo ιστορικό του εθίμου
Στη Θράκη, τον τόπο όπου λατρεύτηκε με πάθος ο Διόνυσος και αφιερώθηκαν σ’ αυτόν πλήθος τελετών, μεταφέρθηκαν από τα βάθη των αιώνων στο σήμερα έθιμα που έχουν σχέση με τη λατρεία του Διόνυσου, της θεάς Γης – της φύσης – της γονιμότητας.
Οι πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης – γεωργοί και ποιμένες – μαζί με τα λίγα υπάρχοντά τους έφεραν μαζί τους το δικό τους τρόπο ζωής, τα ήθη και τα έθιμα, πολλά δε απ’ αυτά είχαν Διονυσιακή προέλευση και ήταν αφιερωμένα στο Φθινόπώρο τον καιρό της σποράς και την Άνοιξη, τον καιρό της γονιμότητας. Από τα έθιμα ενδιαφέρον παρουσιάζει αυτό της «καμήλας» που είναι αποκριάτικο έθιμο και ταυτίζεται με την Καθαρή Δευτέρα.
Περιγραφή του εθίμου
Ένας παλιός καμηλιέρης διηγείται: Την καμήλα έμαθα να την κατασκευάζω από τον πατέρα μου που ήταν και αυτός καμηλιέρης. Πολλές μέρες πιο μπροστά στη γειτονιά που ετοιμάζονταν η καμήλα είχε κίνηση, ζωή. Ψήναμε μεζέδες, πίναμε κρασί, η γκάιντα έπαιζε και εμείς όλοι σκεπτόμασταν και προσπαθούσαμε να κάνουμε την καμήλα καλύτερη από πέρσι. Ετοιμάζαμε τον ξύλινο σκελετό – το κεφάλι το προσέχαμε ιδιαίτερα – και βάζαμε όλη την τέχνη μας ώστε να μοιάζει με της καμήλας.
Την Καθαρή Δευτέρα σκεπάζαμε τον ξύλινο σκελετό της καμήλας με πολύχρωμα κιλίμια – φούντες -χάντρες, έμπαιναν κάτω από δύο άντρες, βάζαμε πάνω τον καρνάβαλο, δύο καμηλιέρηδες ο ένας με τη γυναίκα του, ο γκαϊντατζής και ο οδηγός με το γαϊδουράκι και παίρναμε τους δρόμους. Στη διαδρομή η καμήλα ζωηρή με το μεγάλο της στόμα άρπαζε ό,τι της άρεσε και ό,τι της κερνούσαν. Πλήθος μεταμφιεσμένων με τολμηρές χειρονομίες, πειράγματα και τραγούδια συμπλήρωναν το σκηνικό. Ο ένας καμηλιέρης σε κάποια στιγμή σκότωνε τον αντίπαλο του, εκείνος όμως ξαφνικά ξαναζωντάνευε. Η αιώνια αναπαράσταση της ζωής και του θανάτου. Του σπόρου που πέφτει στη γη και βλασταίνει με τρόπο μαγικό.
Στο τέλος κρεμούσαν την καμήλα τιμωρώντας την για τα αγαθά που έκλεψε, εκδικούμενοι μ’ αυτόν τον τρόπο τον Τούρκο κατακτητή για την άγρια φορολογία. Όλοι μαζί κατέληγαν στην πλατεία Δημοκρατίας (Βουλγαρίδη) και γλεντούσαν ως το πρωί. Σ’ όλη αυτή τη διαδικασία με αποκορύφωμα το γλέντι ακούονταν τραγούδια, στίχοι με ποιητικό πλούτο. Στα δύσκολα εκείνα χρόνια των διωγμών και της τούρκικης καταπίεσης τα έθιμα έδιναν λίγη χαρά στους καταπιεσμένους Έλληνες. Όπως σ’ όλα τα έθιμα έτσι και στο έθιμο της καμήλας έχουμε την αναπαράσταση της σποράς, της βλάστησης, της δημιουργίας της ΖΩΗΣ.