Οι δήμοι Αλεξανδρούπολης και Σουφλίου βρίσκονται στην κατηγορία υψηλού κινδύνου, απαιτώντας άμεση ιεράρχηση έργων πυροπροστασίας και στοχευμένες δράσεις πρόληψης.
Η Περιφερειακή Ενότητα Έβρου συγκαταλέγεται πλέον στις περιοχές υψηλής επικινδυνότητας για δασικές πυρκαγιές, σύμφωνα με τον νέο Εθνικό Χάρτη Εκτίμησης Κινδύνου Δασικών Πυρκαγιών, που εγκρίθηκε πρόσφατα με Κοινή Υπουργική Απόφαση. Πρόκειται για το πρώτο ουσιαστικό επιστημονικά τεκμηριωμένο εργαλείο χαρτογράφησης του κινδύνου μετά από 45 χρόνια, το οποίο θα καθοδηγήσει τις τοπικές αρχές στη στοχευμένη προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και των κοινοτήτων της περιοχής.
Ο νέος χάρτης κατατάσσει τους δήμους σε τρεις κατηγορίες επικινδυνότητας: χαμηλή, μεσαία και υψηλή, λαμβάνοντας υπόψη τη βλάστηση, τις κλιματολογικές συνθήκες και τη συχνότητα υψηλών δεικτών πυρκαγιάς τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Οι δήμοι Αλεξανδρούπολης και Σουφλίου βρίσκονται στο πορτοκαλί/κόκκινο επίπεδο, γεγονός που σηματοδοτεί την ανάγκη για άμεση ιεράρχηση έργων πυροπροστασίας και σχεδιασμό δράσεων πρόληψης.
Οι δήμοι του Έβρου θα μπορούν πλέον να αξιοποιούν τον χάρτη για στοχευμένη κατανομή πόρων, υλοποίηση έργων αντιπυρικής προστασίας και ενημέρωση των τοπικών κοινοτήτων. Η χρήση επιστημονικών δεδομένων για την πρόβλεψη και διαχείριση κινδύνου αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά την ανθεκτικότητα των περιοχών απέναντι στις πυρκαγιές.
Ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Γιάννης Κεφαλογιάννης, τόνισε ότι «για πρώτη φορά μετά από τέσσερις δεκαετίες, οι Δήμοι αποκτούν αντικειμενικό εργαλείο για στοχευμένες και διαφανείς παρεμβάσεις, εξασφαλίζοντας ότι οι απαραίτητοι πόροι κατευθύνονται εκεί όπου ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος».
Παράλληλα, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, χαρακτήρισε τον χάρτη «ιστορικό βήμα για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων, του φυσικού πλούτου και των τοπικών κοινωνιών», υπογραμμίζοντας τη σημασία του για τη διαχείριση της κλιματικής κρίσης και την προστασία του Έβρου.
Η εφαρμογή του χάρτη δίνει στους δήμους τη δυνατότητα να προγραμματίσουν στοχευμένα έργα πυροπροστασίας, όπως καθαρισμούς, πυροφυλάκια και υποδομές άμεσης επέμβασης, και να ενισχύσουν την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των κατοίκων, ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες υψηλής επικινδυνότητας.



