Ανακοίνωση του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (RVRN) για τις παράνομες πράξεις βίας κατά προσφύγων και μεταναστών.
Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (Racist Violence Recording Network – RVRN) καταδικάζει απερίφραστα τα πρόσφατα περιστατικά με πολίτες – αυτόκλητους πολιτοφύλακες που επιδίδονται σε παράνομες πράξεις βίας κατά προσφύγων και μεταναστών ενώ εκφράζει την έντονη ανησυχία του για την κλιμακούμενη ρητορική στοχοποίησης εν γένει των μεταναστών και προσφύγων, με αφορμή τις πυρκαγιές που μαίνονται στον Έβρο.
Το πρόσφατο περιστατικό στην περιοχή του Έβρου με πολίτες να εμφανίζονται να απειλούν και να κρατούν παράνομα σε τρέιλερ ομάδα μεταναστών και προσφύγων, χρησιμοποιώντας ρατσιστική και υποτιμητική γλώσσα και υποκινώντας σε παρόμοιες πράξεις βίας, έγινε γνωστό μέσω του σχετικού βίντεο και των δημοσιευμάτων που ακολούθησαν, προκαλώντας πλήθος ρατσιστικών σχολίων. Τα συγκεκριμένα περιστατικά λαμβάνουν χώρα τη στιγμή που έρχεται στη δημοσιότητα η τραγική είδηση για την ανεύρεση νεκρών ανθρώπων στην περιοχή του Έβρου, λόγω της πυρκαγιάς. Τα θύματα φέρονται να είναι πρόσφυγες και μετανάστες.
Το Δίκτυο σε συνέχεια των συλλήψεων που ακολούθησαν τη δημοσιοποίηση του παραπάνω περιστατικού, με ικανοποίηση παρατηρεί τη συμπερίληψη της διερεύνησης του ρατσιστικού κινήτρου βάσει του άρθρου 82Α του Ποινικού Κώδικα από τις αρχές. Η έγκαιρη και αποτελεσματική διερεύνηση του ρατσιστικού κινήτρου συμβάλλει καθοριστικά στο να δοθεί το μήνυμα ότι καμία παράνομη πράξη υποκινούμενη από μισαλλόδοξες αντιλήψεις δεν πρέπει να μένει ατιμώρητη. Επιπλέον, το Δίκτυο υπενθυμίζει ότι με βάση το σχετικό εθνικό θεσμικό πλαίσιο (Ν. 4478/2017) αλλά και το αντίστοιχο ευρωπαϊκό, τα θύματα ρατσιστικής βίας είναι ιδίαιτερα ευάλωτα και οι αρχές οφείλουν να παρέχουν υποστήριξη προκειμένου να αποφευχθεί η δευτερογενής θυματοποίηση ή επανα-θυματοποίησή τους, να διασφαλιστεί πλαίσιο προστασίας τους, καθώς και να έχουν πρόσβαση σε υποστηρικτικές υπηρεσίες καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας.
Σύμφωνα με την διεθνώς αναγνωρισμένη μεθοδολογία διερεύνησης των ρατσιστικών εγκλημάτων και άλλων εγκλημάτων που υποκινούνται από το μίσος ή/και την προκατάληψη, την οποία οφείλουν να ακολουθήσουν και οι Αρχές της χώρας, στο ρατσιστικό έγκλημα τα σχόλια του δράστη καθώς και το επίπεδο της βίας που ασκεί ο δράστης στο θύμα αποτελούν δείκτες σημαντικούς για τη διερεύνηση του ρατσιστικού κινήτρου. Υπενθυμίζεται ότι το Δίκτυο έχει ήδη καταγράψει στο παρελθόν περιστατικά στην ευρύτερη περιοχή του Έβρου που συνδέονταν με επιθέσεις κατά αιτούντων άσυλο από ομάδες πολιτών, οπλισμένων με κυνηγητικά όπλα. Οι μαρτυρίες αυτές καταδεικνύουν ότι υπάρχει ήδη στην περιοχή σταθερή πρακτική οργανωμένης βίας από συγκεκριμένες ομάδες αυτόκλητων πολιτοφυλάκων, υπό το στρεβλό πρίσμα της υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας.
Εν όψει αυτών των στοιχείων, το Δίκτυο εκφράζει την ανησυχία του ότι το συγκεκριμένο περιστατικό δεν είναι μεμονωμένο, αλλά εντάσσεται στο πλαίσιο ενός γενικότερου κλίματος στοχοποίησης και ρατσιστικών συμπεριφορών ενάντια σε πρόσφυγες και μετανάστες που βρίσκονται στη χώρα, που έχει κλιμακωθεί τις τελευταίες ημέρες.
Όπως έχει ήδη επισημανθεί στην Ετήσια Έκθεση 2022 του Δικτύου, τα περιστατικά οργανωμένης ρατσιστικής βίας κατά προσφύγων και μεταναστών συνεχίζουν να υπάρχουν και να καταγράφονται, έστω και σε πιο περιορισμένο βαθμό σε σχέση με προηγούμενα έτη. Η ανάγκη για διαρκή εγρήγορση αναδεικνύεται και από το πρόσφατο περιστατικό με τη δολοφονία ενός νεαρού άντρα από το Πακιστάν στις 12 Αυγούστου 2023 και τη σύλληψη τεσσάρων νεαρών Ελλήνων ως υπόπτων για τη δολοφονία του, σε συνθήκες οι οποίες θα πρέπει να διερευνηθούν ενδελεχώς, με αναγκαία και τη διερεύνηση του ρατσιστικού κινήτρου, όπως ζητούν οι μαρτυρίες οικείων του θύματος και των μεταναστευτικών κοινοτήτων. Υπενθυμίζεται ότι στο ρατσιστικό έγκλημα, επειδή είναι έγκλημα-μήνυμα εκφοβισμού του δράστη προς την ευρύτερη κοινότητα στην οποία ανήκει το θύμα, ο βαθμός της βίας και της βαρβαρότητας τείνει να είναι σοβαρός, ως έκφραση ανωτερότητας και απόρριψης του θύματος και της στοχοποιούμενης κοινότητας. Το πλαίσιο έχει καταγραφεί τα προηγούμενα έτη, με χαρακτηριστική την περίπτωση της δολοφονίας του Shehzad Luqman.
Τέλος, το Δίκτυο εκφράζει την ιδιαίτερη ανησυχία του για το επιδεινούμενο κλίμα κατά προσφύγων και μεταναστών στον πολιτικό και δημόσιο λόγο, ο οποίος μάλιστα εκφέρεται και από εκπροσώπους κομμάτων του Ελληνικού Κοινοβουλίου, με αφορμή τα παραπάνω περιστατικά. Όπως έχει επισημανθεί επανειλημμένως στο παρελθόν από το Δίκτυο με βάση τα ευρήματά του, τέτοια φαινόμενα κανονικοποιούν, ενθαρρύνουν και εν τέλει κλιμακώνουν ρατσιστικές αντιδράσεις, καταρχήν σε μέσα ενημέρωσης και μέσα κοινωνικής δικτύωσης που ενίοτε καταλήγουν σε επιθέσεις στη μέση του δρόμου, με ορατό πλέον τον κίνδυνο να διαταραχθεί ανεπανόρθωτα η κοινωνική συνοχή. Χαρακτηριστική είναι η ύπαρξη έντονου ρατσιστικού λόγου από μέρος του κοινωνικού συνόλου με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις. Είναι εξαιρετικά σημαντικό εκπρόσωποι της Πολιτείας, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των ΜΜΕ, των θεσμικών φορέων αλλά και κάθε πολίτης ξεχωριστά να απομονώσουν και να καταδικάσουν κάθε μισαλλόδοξη ρητορική και ρατσιστικές πράξεις. Παράλληλα, το Δίκτυο καλεί τις αρμόδιες αρχές σε συντονισμό και υιοθέτηση πολιτικών τόσο για την αντιμετώπιση όσο και την πρόληψη τέτοιων φαινομένων που οδηγούν στην απανθρωποποίηση και στοχοποίηση των «άλλων», των προσφύγων και μεταναστών, με κριτήρια όπως η καταγωγή, η εθνικότητα ή η θρησκεία.
* Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας συντονίζεται από την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα και αποτελείται από 55 μέλη-φορείς της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και τον Συνήγορο του Πολίτη και το Συμβούλιο Ένταξης Μεταναστών του Δήμου Αθηναίων, ως παρατηρητές.