Μόλις 4 στους 10 καταναλωτές έχουν αγοράσει προϊόντα από το καλάθι του νοικοκυριού την πρώτη εβδομάδα λειτουργίας του, δείχνει έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ). Η έρευνα πραγματοποιήθηκε την εβδομάδα 8 έως 11 Νοεμβρίου 2022 με δείγμα 1.000 καταναλωτών και αφορούσε ανάμεσα σε άλλα θέματα το «καλάθι του νοικοκυριού» για την πρώτη εβδομάδα λειτουργίας του.
Αναλυτικότερα, το πρώτο δεκαήμερο της λειτουργίας αυτής της πρωτοβουλίας, το 39% του κοινού δηλώνει ότι αγόρασε έστω μία φορά κάποιο προϊόν από το καλάθι. Το 15% έχει πραγματοποιήσει 1 επίσκεψη, 2 επισκέψεις το 11%, 3 επισκέψεις το 7% και 4 επισκέψεις ή περισσότερες το υπόλοιπο 6%. Τα στοιχεία της έρευνας δείχνουν ότι αν και η πλειοψηφία του κοινού δεν έχει αγοράσει κάποιο προϊόν από το καλάθι, ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό έχει προσεγγίσει τουλάχιστον δοκιμαστικά την πρωτοβουλία τις πρώτες 7-10 ημέρες που υλοποιείται. ‘Αρα αναμένεται αυτά τα ποσοστά να αυξηθούν στο μέλλον.
Το κοινό που επέλεξε τις πρώτες 7-10 ημέρες της πρωτοβουλίας να αγοράσει κάποιο ή κάποια από τα προϊόντα από το καλάθι του νοικοκυριού έχει 12% χαμηλότερη εβδομαδιαία δαπάνη στο σουπερμάρκετ, 81,65 ευρώ έναντι 93,35 ευρώ του συνόλου. Σύμφωνα με την έρευνα, αυτό αποδίδεται στην τάση το καλάθι επιλέγεται κυρίως από καταναλωτές με μεγαλύτερη εισοδηματική ανάγκη, οι οποίοι έχουν χαμηλότερες δαπάνες στο σουπερμάρκετ. Ωστόσο σημειώνεται ότι δεν υπάρχουν ακόμα επαρκή στοιχεία που να υποστηρίζουν σχέση αιτίου-αιτιατού ανάμεσα στη χρήση του καλαθιού και τη μειωμένη εβδομαδιαία δαπάνη, κάτι που ενδεχομένως να προκύψει σε επόμενα ευρήματα μελετών.
Παρά τις μικρές διαφορές η διείσδυση του καλαθιού φαίνεται προς το παρόν να είναι μεγαλύτερη στην Αττική 42% έναντι της Θεσσαλονίκης 38% και της υπόλοιπης Ελλάδας 37%.
Όσον αφορά τις αγοραστικές τάσεις, ποσοστό 18% του κοινού επισκέφθηκε κάποιο κατάστημα σούπερ μάρκετ διαφορετικό από το συνηθισμένο του προκειμένου να βρει προϊόντα από το καλάθι του νοικοκυριού. Το στοιχείο αυτό είναι υγιές για τον ανταγωνισμό στον κλάδο, δείχνει ότι υπάρχουν επιπλέον κίνητρα για τον ανταγωνισμό στην αγορά και ότι η κινητικότητα του καταναλωτικού κοινού το επόμενο διάστημα αναμένεται να ενταθεί.